«Έχουμε συμφέρον τώρα να φτιάξουμε μια ισχυρή Ευρώπη» τονίστηκε από τους ομιλητές σε συζήτηση που διοργάνωσε, η τοπική επιτροπή της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης (ΕΕνΟΕ-UEF), σε συνεργασία με την Νομική Σχολή του ΑΠΘ και την έδρα Jean Monnet, του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, με θέμα: «Ποια Ευρώπη Θέλουμε;».
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης υπήρξαν τοποθετήσεις αναφορικά με τη σημασία που αποκτά η συζήτηση αυτή, υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων με τη δρομολόγηση της ΑUKUS. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της «Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης», που αποτελεί μια ουσιαστική απόπειρα «να διαμορφωθεί το μέλλον της ενωμένης Ευρώπης από τους πολίτες της».
Η συντονίστρια της ΕΕνΟΕ Θεσσαλονίκης, Σοφία Αποστολίδου υπογράμμισε ότι η «Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης» είναι μια πρωτοβουλία της Ε.Ε. εστιασμένη στους πολίτες , η οποία εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωκοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και πρόσθεσε: «Έχουν δεσμευτεί και οι τρεις φορείς, στην κοινή δήλωση, ότι όχι μόνο θα ακούσουν, αλλά θα προχωρήσουν και σε νομοθετικές πρωτοβουλίες, μετά το Μάρτιο του 2022 που θα έχει ολοκληρωθεί η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης… Η συζήτηση διαρθρώνεται σε πολλούς τομείς, κλιματική αλλαγή, περιβάλλον, οικονομία, κοινωνική δικαιοσύνη, μετανάστευση, εκπαίδευση, όλο σχεδόν το φάσμα των πολιτικών».
Η κ. Αποστολίδου έκανε μια ιστορική αναδρομή από το 2001 σε διάφορες απόπειρες εντός της Ε.Ε. να εκκινήσει ένας διάλογος από τους ευρωπαίους πολίτες, με κυριότερους σταθμούς για την προοπτική προς την ομοσπονδοποίηση, τις διεργασίες που οδήγησαν στην προσπάθεια για ένα ευρωπαϊκό Σύνταγμα και στην ανεπιτυχή έκβαση του, τη διαπάλη ανάμεσα σε διακυβερνητικές και φεντεραλιστικές οπτικές, τη Συνθήκη της Λισαβόνας που όρισε «ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, ένα εκατομμύριο πολίτες μπορούν να προτείνουν νομοθετικές πράξεις», αλλά και τη «Λευκή Βίβλο» για το μέλλον της Ευρώπης, η οποία «δρομολόγησε μια συζήτηση το 2017 και κατέγραψε πέντε διαφορετικά σενάρια για την Ευρώπη ως το 2025».
Η κ. Αποστολίδου υπογράμμισε ότι η νέα προσπάθεια της «Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης» διαφέρει και ποιοτικά από τις προηγούμενες, λόγω της ψηφιακής πλατφόρμας, «όπου σχεδόν όλοι μπορούν να καταθέσουν προτάσεις». Επεσήμανε, μάλιστα, ότι η Ελλάδα – και η Ιταλία – έχει πρωτοτυπήσει σε σχέση με άλλα κράτη – μέλη σε αυτή τη διαδικασία, δημιουργώντας στην ίδια ψηφιακή πλατφόρμα και δεύτερη σύνδεση (link), του ΥΠΕΞ , ώστε «στην εθνική πλατφόρμα να συζητηθούν σε πρώτη φάση οι ελληνικές απόψεις» και να κατατεθούν στη συνέχεια στα όργανα της Ε.Ε.
«Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης δεν είναι πανάκεια και σίγουρα δε θα λύσει όλα τα προβλήματα, μάλιστα, υπάρχει η ένσταση ότι είναι πολύ ανοιχτή και θα καταγραφούν πολλές διαφορετικές απόψεις. Το θέλουμε αυτό, όμως, για να ξεκινήσει κάτι που θα εκφράζει τους πολίτες» είπε η κ. Αποστολίδου και συνέχισε:
«Από την υπογραφή της Συνθήκης της Λισαβόνας έχουν περάσει δεκατέσσερα χρόνια και από τότε η Ε.Ε. έχει βιώσει πολλαπλές κρίσεις, οικονομική, μεταναστευτική, Brexit, την πανδημία του κορονοϊού. Χρειάζεται αλλαγές, η Ε.Ε. χρειάζεται να μπορέσει να αποφασίζει και να δρα γρήγορα και να προχωρήσει με τις χώρες που επιθυμούν ή και με όλες αν το επιθυμούν, σε μια κατεύθυνση ομοσπονδοποίησης. Το πιο ενδιαφέρον το πιο επιθυμητό είναι να το κάνουμε όλοι μαζί, να εντείνουμε τη συνεργασία. Θέλουμε απτά αποτελέσματα, νομίζω, ότι η Ευρώπη δεν έχει άλλο χρόνο να περιμένει».
Στις διαφορετικές «αναγνώσεις» της φεντεραλιστικής ιδέας, όπως εφαρμόστηκε ανά τον κόσμο και σε αυτήν προς την οποία επέλεξε για να κινηθεί προοπτικά η Ε.Ε. αναφέρθηκε ο πρώην πρόεδρος της ΕΕνΟΕ, αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών, Γιάννης Παπαγεωργίου.
«Το θεμέλιο της Ε.Ε. ήταν ότι τα κράτη αποφασίζουν από κοινού να εκχωρήσουν κάποιες εξουσίες, οι οποίες θα ασκούνται πλέον από το υπερεθνικό επίπεδο. Το δεύτερο ήταν, ότι αυτή η παραχώρηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμμετοχή των πολιτών, τη δημοκρατία» είπε ο κ. Παπαγεωργίου και πρόσθεσε: «Η λογική του ομοσπονδιακού συστήματος είναι η ενότητα μέσα στην πολυμορφία. Δεν είναι συγκεντρωτισμός, είναι ακριβώς το αντίθετο. Στα ομοσπονδιακά κράτη μικρές διαφορές επιβιώνουν. Στα ενιαία κράτη αυτές τείνουν να εξαλείφονται, να εξαφανίζονται. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε, δίνοντας κάποιες αρμοδιότητες στο ομοσπονδιακό επίπεδο και κρατώντας άλλες σε εθνικό επίπεδο. Ο φεντεραλισμός δεν είναι μια ιδεολογία, είναι περισσότερο μια ανάγνωση του θεσμικού πλαισίου, μέσα στο οποίο μπορούν να λειτουργήσουν διάφορες ιδεολογίες».
Ο κ. Παπαγεωργίου πρόσθεσε ότι με αυτόν τον τρόπο, η εξουσία διαρθρώνεται σε τέσσερα επίπεδα, «ομοσπονδιακό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο διακυβέρνησης», με «εκχώρηση αρμοδιοτήτων από το κέντρο στην περιφέρεια και το αντίστροφο», όπως συνέβη και στην κρίση του κορονοϊού, όπου, όπως ανέφερε, θεωρήθηκε καταλληλότερη η ευρωπαϊκή, συνολικά, αντιμετώπιση της πανδημίας.
«Στην πραγματικότητα, η Ε.Ε. διαμορφώθηκε σε κάποιο βαθμό, αλλά όχι απόλυτα. Έτσι, η εικόνα που δίνεται είναι ότι έχουν πολλά ακόμη να γίνουν στην Ε.Ε. σε ότι αφορά τα ζητήματα λογοδοσίας. Και αυτό έρχεται να καλύψει η «Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης». Να διαδώσουμε τη λογική αυτή και να προωθήσουμε τις ιδέες για τη διαμόρφωση, από τα κάτω, ενός ευρωπαϊκού συστήματος».
«Η ουσιαστική ομοσπονδοποίηση, πιστεύω, ότι θα προέλθει από ένα σοκ, που θα κάνει τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. να συγκαλέσουν μια συνέλευση για να κάνουν το επόμενο βήμα» τόνισε ο κοσμήτορας. Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Παναγιώτης Γκλαβίνης, υπογραμμίζοντας ότι στο διεθνές σύστημα, οι «αξίες» έχουν το ρόλο τους, αλλά, όπως αποδείχθηκε και από τη δημιουργία της AUKUS, τα «συμφέροντα κινούν τις δυνάμεις, που αλλάζουν τα πράγματα».
«Αυτό είναι το πρώτο βήμα, η AUKUS. Δε θα μείνει στην ασφάλεια και στην άμυνα, θα επεκταθεί στην αναμόρφωση του διεθνούς οικονομικού συστήματος. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση γα την Ε.Ε.» είπε ο κ. Γκλαβίνης και πρόσθεσε:
«Πιστεύω, ότι το μάθημα που πήραμε από τους Αγγλοσάξονες, πρέπει να γίνει καταλύτης για να φύγει η Ευρώπη μπροστά. Όχι ο καθένας μόνος του. Αλλιώς, θα μας κάνουν ότι θέλουν, θα κάνουν έναν κόσμο όπως τον θέλουν. Κράτη παίρνουν τις πρωτοβουλίες, δεν τις παίρνουν οργανισμοί, ως κράτος, όμως, πρέπει να αντιληφθούμε και την Ευρώπη. Μόνο ως Ευρώπη μπορούμε να προχωρήσουμε, αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση και μακάρι να αναδειχθεί αυτό και από τη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης».
Ο κ. Γκλαβίνης ανέφερε ότι στη διάρκεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης αποδείχθηκε ότι οι ιστορικές συγκυρίες επιβάλλουν κάθε φορά και τις απαραίτητες προσαρμογές. Έφερε ως παράδειγμα το δίλημμα εμβάθυνση, ή διεύρυνση, το οποίο συνεχώς απασχολεί την Ε.Ε και το οποίο κάθε φορά εξαρτήθηκε από τα γεωπολιτικά, οικονομικά και άλλα προτάγματα, όπως π.χ. η αλλαγή καθεστώτος των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης τη δεκαετία του ’90, ή η συζήτηση για την προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων και πρόσθεσε: «Έχουμε συμφέρον να φτιάξουμε μια ισχυρή Ευρώπη , τώρα πολύ περισσότερο. Η ιστορία μας έπαιξε αυτό το παιχνίδι. Μακάρι, να μπορέσει να συνδράμει η Διάσκεψη και θα το κάνει, είμαι βέβαιος, αλλά αυτή τη στιγμή πιστεύω αυτό θα αποφασιστεί διακυβερνητικά, είμαι πεπεισμένος για αυτό, με επαναφορά της πολιτικής στα κράτη – μέλη για να πάρουν αποφάσεις για το μέλλον της Ευρώπης».
«Αυτό που αποκαλύφθηκε με την AUKUS είναι η αυταπάτη των ευρωπαίων, ότι επειδή έχουμε οικονομική ισχύ, άρα έχουμε απαίτηση να μας αντιμετωπίζουν σαν ίσους» ανέφερε σε διαδικτυακή του παρέμβαση, ο καθηγητής του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Πέτρος Στάγκος και πρόσθεσε: «Η Βρετανία κρατούσε και το οικονομικό και το πολιτικό σκήπτρο. Το μεγάλο έλλειμμα της Ευρώπης είναι το πολιτικό έλλειμμα, η Ευρώπη δεν εισακούεται. Να κάνει στρατό να τον στείλει στον Ειρηνικό; Η πλάνη είναι τεράστια». Ο κ. Στάγκος επεσήμανε ότι προφανώς και η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης μπορεί υπό προϋποθέσεις να δημιουργήσει μια ομοσπονδιακή προοπτική, να τεθούν στο τραπέζι πρακτικά ζητήματα.
«Ο διακυβερνητισμός σίγουρα καραδοκεί στη γωνία. Η συγκυρία είναι όμως διαφορετική. Δεν θα πρέπει να είναι νομικίστικη η προσέγγιση σε αυτή τη συζήτηση στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, αν και ποιος έχει αρμοδιότητα για το ένα, για το άλλο, τι λένε οι Συνθήκες, κτλ. Έτσι, θα είναι αποτυχία. Επιτυχία θα είναι να υπάρξουν ιδέες που θα είναι άμεσα εφαρμόσιμες, δηλαδή, να μπει ο διακυβερνητισμός στη γωνία. Θα έχει επιτυχία να τεθούν πρακτικά ζητήματα. Άλλωστε, πρακτικό ζήτημα είναι και να γίνει ευρωπαϊκός στρατός, αρκεί να διατυπωθεί μια πολιτική βούληση για αυτό. Και στη συνέχεια όχι οι κυβερνήσεις, όχι ως διακυβερνητικό αλλά ως υπερεθνικό όργανο να τα κάνει πράξη. Κανονισμούς, οδηγίες, αποφάσεις καινούργιες θέλουμε να φτιάξουμε, η διάσκεψη δε πρέπει να πάει προς το διακυβερνητισμό και δε θα πάει εάν κινηθεί , έτσι πιστεύω, σε ένα επίπεδο ρεαλιστικών προσεγγίσεων».
«Περιμένω η Διάσκεψη να οδηγήσει σε ανάδειξη θεσμών οικοδόμησης της πολιτικής Ευρώπης με περιεχόμενο την ελευθερία, την αλληλεγγύη, την ισότητα με την έννοια της ισοτιμίας. Νομίζω, ότι είναι σαφώς πιο καλή στιγμή για την Ευρώπη, το δίλλημα είναι αν θέλουμε περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη ή να πάει προς τα πίσω» είπε σε διαδικτυακή του παρέμβαση το στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Νίκος Γιαννής και πρόσθεσε:
«Περιμένω από την Ε.Ε. να εδραιώσει την ελευθερία, να βελτιώσει τις συνθήκες αλληλεγγύης, γενναιοδωρίας, συμμετοχής και να προωθήσει τις φεντεραλιστικές ιδέες, επιτυγχάνοντας νέες συναινέσεις, καταργώντας την ομοφωνία σε ορισμένα θέματα, να μοιράσει τα όρια αυτής της αντίληψης ότι κακώς χάσαμε αρμοδιότητες, βεβαίως το κράτος προσέφερε πολλά, αλλά ανέδειξε και ανταγωνισμούς… Αριστεροί, δεξιοί, φιλελεύθεροι, όλοι έχουν θέση, ο φεντεραλισμός δεν το αποκλείει αυτό, άλλοτε θα πηγαίνει προς τα εδώ, η προς τα εκεί, ανάλογα με τη βούληση των λαών αλλά η ενότητα δεν μπορεί να συμβεί εάν δε δούμε τις Συνθήκες».
«Το φεντεραλιστικό κίνημα είναι σημαντικό να υπάρχει» τόνισε ο αντιπρόεδρος της ΕΕνΟΕ, Γιώργος Εμμανουήλ, υπογραμμίζοντας και την ανάγκη σε αυτή τη συζήτηση να μπουν και φορείς επιστημονικοί, κοινωνικοί, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και πρόσθεσε: «Χωρίς την παρέμβαση των πολιτών, χωρίς την κοινωνία των πολιτών δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα, να αλλάξει η Ε.Ε. Πρέπει να συζητήσουμε και για τις συνθήκες, να αλλάξουν προς το καλύτερο, σε ομοσπονδιακή κατεύθυνση και πρέπει να περάσει μια κουλτούρα ότι Ευρώπη δεν είναι μόνο στα όργανα της Ε.Ε. Να περάσει μια λογική αποκέντρωσης των θεσμών σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο. Οι τοπικές κοινωνίες ξέρουν καλύτερα ότι ομοσπονδοποίηση σημαίνει και ανακατανομή της εξουσίας προς τα κάτω, προς τον πολίτη, ενισχύει τις αρχές τις επικουρικότητας και της εγγύτητας».
Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος Δήμητρα Μακρή.