ΥΠΟΒΟΗΘΟΥΜΕΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΜΒΡΥΟΥ IN VITRO
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ
Από τη γέννηση του πρώτου παιδιού με τη βοήθεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης, μέχρι σήμερα που οι μέθοδοι ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής εφαρμόζονται ευρύτατα σε ολόκληρο τον κόσμο, έχουν περάσει 35 χρόνια. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα, παράλληλα με την ιατρική – τεχνολογική πρόοδο και εξαιτίας αυτής, αναπτύχθηκε η συζήτηση σχετικά με την αναγκαιότητα νομοθετικών κειμένων και ρυθμιστικών κανόνων για την εφαρμογή των μεθόδων υποβοηθούμενης ανθρώπινης αναπαραγωγής και την προστασία του γεννητικού υλικού στα ιατρικά εργαστήρια.Ήταν αρχικά η έκταση που έλαβε η εφαρμογή των μεθόδων ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής, η οποία συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και – για τον λόγο αυτό και του ίδιου – του κράτους. Η ανάγκη για νομοθετική παρέμβαση προέκυψε εξάλλου και από τη συνειδητοποίηση των κινδύνων που συνεπάγεται η εφαρμογή των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για τη ζωή και την υγεία της μέλλουσας γυναίκας και του παιδιού που πρόκειται να γεννηθεί. Μια ακόμα ιδιαίτερα καθοριστική παράμετρος για τη διαμόρφωση ενός ρυθμιστικού νομοθετικού πλαισίου υπήρξε και το αυξημένο κόστος της εφαρμογής των μεθόδων ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής. Στη διαμόρφωση του ρυθμιστικού πλαισίου συνέβαλαν εξίσου και τα ζητήματα ηθικής, όπως και πλειάδα νομικών θεμάτων που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή των μεθόδων της υποβοηθούμενης ανθρώπινης αναπαραγωγής. Περαιτέρω, στη διαμόρφωση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου καταλυτικός παράγοντας υπήρξε και η συνειδητοποίηση της ανάγκης να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του παιδιού που πρόκειται να γεννηθεί. Τέλος, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη ιατρική εφαρμογή έχει σημαντικό αντίκτυπο στις οικογενειακές σχέσεις και δημιουργεί μια σειρά από ζητήματα συγγένειας, η νομοθετική της ρύθμιση κρίθηκε, και για το λόγο αυτό, αναγκαία.Στο πλαίσιο αυτό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα κράτη υιοθέτησαν νομοθετικές ρυθμίσεις για την αξιοποίηση των μεθόδων ιατρικής υποβοήθησης της αναπαραγωγής. Με δεδομένη, όμως, την έλλειψη ενιαίων και δεσμευτικών υπερεθνικών κανόνων, οι επιμέρους εθνικές νομοθεσίες δεν ρυθμίζουν με τρόπο κοινό τα κρίσιμα αυτά ζητήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και η Σύμβαση του Οβιέδο, που υπογράφηκε από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης το 1997, κάνει περιορισμένη αναφορά στις μεθόδους ΙΥΑ, απαγορεύοντας μόνο την προεπιλογή φύλου και τη δημιουργία ανθρώπινων εμβρύων για ερευνητικούς σκοπούς. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η διαφορετική εθνική και πολιτιστική κληρονομιά, η διαφορετική ένταση της επιρροής που ασκούν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις στη διαμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας, ακόμα και ο διαφορετικός τρόπος που εξασκείται η ιατρική σε κάθε κράτος δεν επέτρεψαν τη διαμόρφωση μιας κοινής αντίληψης σε περισσότερα ζητήματα μεταξύ των εκπροσώπων των επιμέρους κρατών.Οι ουσιώδεις αποκλίσεις που εμφανίζουν οι επιμέρους εθνικές νομοθεσίες δημιουργούν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα, οδηγώντας στη μη ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών της Ευρώπης στα επιτεύγματα της αναπαραγωγικής τεχνολογίας, στη δημιουργία προβλημάτων στο επίπεδο της διεθνούς επιστημονικής συνεργασίας και στη μη ομοιόμορφη αντιμετώπιση από τις εθνικές νομοθεσίες των κινδύνων που συνδέονται με την εξέλιξη της βιοτεχνολογίας.Αυτά τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη διαρκή εξέλιξη της βιοτεχνολογίας στον χώρο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και των ερευνών στο γεννητικό υλικό δεν μπορούν ασφαλώς να εξαλειφθούν. Ωστόσο, μπορούν να αναζητηθούν οι κοινές συνιστώσες των επιμέρους εθνικών νομοθεσιών, ώστε αυτά να περιοριστούν.
Η ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ
Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται η παρούσα ερευνητική πρόταση. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα που θα διεξαχθεί θα έχει ως στόχους: (1) να αναδείξει τα προβλήματα που περιγράφηκαν πιο πάνω και τις επιπτώσεις τους στις κοινωνίες και τη ζωή των ατόμων, (2) να καταγράψει τα αίτια που δημιουργούν τα προβλήματα αυτά, τα οποία άλλοτε σχετίζονται με την υπάρχουσα νομοθεσία ή τον τρόπο εφαρμογής της και άλλοτε με την έλλειψη νομοθεσίας και (3) να αναζητήσει προτάσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων, οι οποίες μπορούν – ή πρέπει – να γίνουν ευρύτερα αποδεκτές στον ευρωπαϊκό χώρο.Για τον σκοπό αυτό θα γίνει:Καταγραφή των βασικών σημείων της ισχύουσας σήμερα στα ευρωπαϊκά κράτη νομοθεσίας σχετικά με την υποβοηθούμενη ανθρώπινη αναπαραγωγή και την προστασία του γεννητικού υλικού. Με δεδομένο ότι, παρά επιμέρους διαφοροποιήσεις, τα δίκαια συγκεκριμένων χωρών εμφανίζουν σημαντικές ομοιότητες ως προς τις βασικές τους κατευθύνσεις, και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι αντικείμενο της έρευνας δεν είναι η απλή περιγραφή των ισχυουσών ρυθμίσεων, αλλά η ποιοτική ανάλυση του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου, η έρευνα θα αφορά ομάδες και όχι το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών. Έτσι, από τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης η έρευνα θα αφορά το δίκαιο της Σουηδίας, από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, τα δίκαια της Γερμανίας και της Γαλλίας, από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης τα δίκαια της Ελλάδας και της Ιταλίας. Θα επεκταθεί επίσης στο αγγλοσαξονικό δίκαιο της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας.Σε ό,τι αφορά το περιεχόμενό της, η έρευνα θα περιλαμβάνει, πέραν της καταγραφής των νομοθετικών ρυθμίσεων: (α) καταγραφή της νομολογίας που έχει διαμορφωθεί κατά τα τελευταία 15 χρόνια, μετά, δηλαδή, από τη Συνθήκη του Οβιέδο, (β) καταγραφή των απόψεων των επικεφαλής των Επιτροπών Βιοηθικής των χωρών αυτών σχετικά με τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η υπάρχουσα νομοθεσία κατά την εφαρμογή της αλλά και σχετικά με πιθανές βελτιώσεις της νομοθεσίας αυτής, (γ) καταγραφή αντίστοιχων απόψεων των επικεφαλής Εθνικών Αρχών Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, όπου λειτουργούν ή έστω λειτούργησαν για κάποιο χρονικό διάστημα, (δ) καταγραφή των απόψεων επιστημονικών ενώσεων ή ενώσεων πολιτών για την μελέτη και ανάδειξη προβλημάτων που σχετίζονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και την προστασία του γεννητικού υλικού, (ε) καταγραφή αντίστοιχων απόψεων του επικεφαλής ενός Κέντρου υποβοήθησης της αναπαραγωγής, (στ) συγκέντρωση και μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας, καθώς και σχετικών αποφάσεων και εκθέσεων που έχουν εκδώσει οι Επιτροπές Βιοηθικής ή οι Αρχές Προστασίας της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.Μετά την ολοκλήρωση των επιμέρους ερευνών, την συγκέντρωση των αποτελεσμάτων και την αξιολόγησή τους, θα καταγραφεί το σύνολο των προτάσεων και θα ακολουθήσει η διαδικασία σύγκρισης με τα δεδομένα των υπόλοιπων χωρών, καθώς και η διαδικασία σύνθεσης των κοινών τόπων των επιμέρους προτάσεων.Η έρευνα δεν θα περιοριστεί όμως μόνο στις εθνικές νομοθεσίες. Αναγκαία κρίνεται επιπλέον η καταγραφή της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε θέματα που σχετίζονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και την προστασία του γεννητικού υλικού, καθώς αποδίδει την κοινή ευρωπαϊκή αντίληψη για τα θέματα αυτά.Τέλος, η έρευνα θα εμπλουτιστεί και με την αναζήτηση και καταγραφή απόψεων διεθνών ενώσεων που ασχολούνται με τα ηθικά και νομικά ζητήματα τα οποία εγείρει η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, όπως η European Society of Human Reproduction and Embryology (ESHRE) και εκπροσώπων της International Federation of Fertility Societies (IFFS).Με βάση το σύνολο αυτών των πληροφοριών, θα διατυπωθούν πλέον συγκεκριμένες προτάσεις που θα συγκεντρώνουν ευρύτερη συναίνεση σε ευρωπαϊκό επίπεδο ή που η υιοθέτησή τους είναι πλέον αναγκαία με βάση τα σύγχρονα πορίσματα της ιατρικής για την προστασία της μέλλουσας μητέρας και του παιδιού που πρόκειται να γεννηθεί.
Η ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ
Η έρευνα θα διεξαχθεί με βάση δύο ερωτηματολόγια.Τα ερωτηματολόγια θα επιτρέπουν την ενιαία αποτύπωση των βασικών της σημείων.Ειδικότερα:Ένα πρώτο ερωτηματολόγιο θα στοχεύει στην αποτύπωση του περιεχομένου των επιμέρους ευρωπαϊκών νομοθεσιών σχετικά με την υποβοηθούμενη ανθρώπινη αναπαραγωγή και την έρευνα στο γεννητικό υλικό. Το ερωτηματολόγιο αυτό θα συμπληρωθεί από πέντε νέους ερευνητές, σε συνεργασία με καθηγητές πανεπιστημίου των χωρών όπου θα διεξαχθεί η έρευνα. Το δεύτερο ερωτηματολόγιο θα περιέχει συγκεκριμένες ερωτήσεις προς τα πρόσωπα αναφοράς των οποίων θα ζητηθεί η γνώμη για την ισχύουσα νομοθεσία και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί, καθώς και προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν ανακύψει στην πράξη.Θα προετοιμαστεί επίσης μία «φόρμα» για την καταγραφή της νομολογίας των επιμέρους κρατών.Η συμπλήρωση των πιο πάνω εγγράφων θα γίνει από τους πέντε ερευνητές οι οποίοι για το σκοπό αυτό θα επισκεφθούν και θα παραμείνουν στη χώρα, τη νομοθεσία της οποίας πρόκειται να αξιολογήσουν. Οι ίδιοι θα έχουν συνδιαμορφώσει με τους δύο προτείνοντες την έρευνα καθηγητές τα πιο πάνω έγγραφα, ώστε να γνωρίζουν με ακρίβεια το περιεχόμενο και τον στόχο που εξυπηρετούν. Εξάλλου, πριν από την οριστικοποίηση του περιεχομένου των εγγράφων θα έχουν πραγματοποιηθεί τρεις δοκιμαστικές εφαρμογές από κάθε ερευνητή.Τα ερωτηματολόγια θα συμπληρωθούν στο πλαίσιο συνέντευξης με το πρόσωπο αναφοράς, ενώ η φόρμα της νομολογίας θα συμπληρωθεί από τον ίδιο τον ερευνητή μετά από μελέτη συγκεκριμένων αποφάσεων.
Περισσότερες πληροφορίες για τα αποτελέσματα της έρευνας μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα του προγράμματος: